ΛΙΜΝΗ ΠΑΜΒΩΤΙΔΑ


Η λίμνη υπήρχε και παλαιότερα! Με το όνομα Παμβώτιδα αναφέρεται για πρώτη φορά στο 12ο αιώνα από τον Ευστάθιο στα σχόλια που έγραψε για την Οδύσσεια. Ο σχηματισμός της λίμνης ανάγεται σε πολύ παλαιούς χρόνους. Έχουν παρατηρηθεί στο ασβεστούχο υπέδαφος του αποξηραμένου έλους της Λαψίστας, που βρίσκεται βόρεια της λίμνης, υδρόβιοι οργανισμοί και μαλάκια των γλυκών νερών, εναποθηκεύσεις της άλλοτε ενιαίας λίμνης, που μαρτυρούν ένα πολύ παλαιό σχηματισμό της λίμνης, όπως και οι λίμνες της Κεντρικής Ευρώπης.
Οι πρόσφατες έρευνες της Αρχαιολογικής και Ανθρωπολογικής Σχολής του Καίμπριτζ πρόσφεραν καινούργια στοιχεία. Με την ανασκαφή μίας παλαιολιθικής σπηλιάς στους δυτικούς πρόποδες του λόφου της Καστρίτσας στα νότια της λίμνης, διαπιστώθηκε στο στόμιο της σπηλιάς, σε βάθος 6 μέτρων από τη σημερινή επιφάνεια του δρόμου, ένα στρώμα αμμουδιάς, από λιμναία χαλίκια, άμμο και στρείδια γλυκών νερών κα ενώ η εσωτερική επιφάνεια του βράχου ήταν τραχιά, η εξωτερική ήταν λεία, από τη μηχανική ενέργεια των κυμάτων της λίμνης. Το στρώμα αυτό χρονολογήθηκε με ραδιοάνθρακα C14 στα 20.800 ( +/- 810 ) χρόνια από σήμερα, δηλαδή 18.000 χρόνια π.Χ. περίπου. Δύο παρόμοιες στρώσεις διαπιστώθηκαν και σε βαθύτερα στρώματα, μεταξύ 6 και 13 μέτρων, που χρονολογούνται 20.000 – 26.001 χρόνια από σήμερα.

Επειδή επάνω από τις τρεις στρώσεις της αμμουδιάς παρατηρήθηκαν ίχνη ανθρώπινης εγκατάστασης ( λίθινα εργαλεία, άνθρακες, κόκαλα, υπολείμματα τροφής ) προκύπτει ότι τρεις φορές υψώθηκε η στάθμη της λίμνης κατά 3,20 μέτρα τουλάχιστο στην περίοδο 26.000 – 20.000 χρόνια από σήμερα, και τα νερά της έφτασαν ως την είσοδο της σπηλιάς, και τρεις φορές αποσύρθηκαν και επέτρεψαν την εγκατάσταση του παλαιολιθικού κυνηγού μέσα στη σπηλιά.

Στην εποχή αυτή που συμπίπτει με κάποια έξαρση του ψύχους και με τη μεγαλύτερη εξάπλωση των παγετώνων στην Ευρώπη επικράτησαν, φαίνεται στην Ήπειρο βροχερές κλιματολογικές συνθήκες, που διατάραξαν αισθητά την υδρολογική ισορροπία της λίμνης και προκάλεσαν ανύψωση της στάθμης περισσότερο από 3 μέτρα. Η αύξηση τούτη είναι σημαντική, αν λάβουμε υπόψη, ότι το μέσο σημερινό βάθος της λίμνης είναι 4 – 5 μέτρα, το δε μέγιστο 11 μέτρα, και ότι μία μεγαλύτερη χαμηλή έκταση βρισκόταν τότε κάτω από το νερό.

Στις περιόδους αυτές δηλαδή, το έλος της Λαψίστας – που αποξηράνθηκε το 1954 – μαζί με τη σημερινή λίμνη, ήταν μία ενιαία και μεγάλη λίμνη. ολόκληρη η πεδιάδα ως τους πρόποδες των βουνών και των λόφων, μεταξύ Κατσικάς, Καστρίτσας, Λογγάδων, Περάματος, Ασφάκας, Ροδοτοπίου είχε καλυφθεί από τα νερά. Τούτο επιβεβαιώνεται και από άλλες γεωλογικές παρατηρήσεις : βόρεια των Ιωαννίνων, ένα μεσοπαλαιολιθικό στρώμα αργιλικό, με λίθινα εργαλεία της Μέσης Παλαιολιθικής εποχής ( 50.000 – 40.000 π.Χ. ) μπαίνει απευθείας στο αλλουβιακό στρώμα της λίμνης.

Με τη λήξη της παγετωνικής περιόδου ( γύρω στα 8.500 π.Χ. ) και την έναρξη των νεοθερμικών χρόνων, και ίσως ύστερα από ένα σύντομο επεισόδιο κατακλυσμιαίων βροχών, που μπορεί να διέσωσε η αρχαία παράδοση στο μύθο του Δευκαλίωνα και της Πύρρας, η λίμνη φαίνεται ότι επανήλθε στην ισοστατική της κατάσταση. Τούτο μπορεί να υποστηριχθεί και από τις ανασκαφές στον προϊστορικό συνοικισμό της Kαστρίτσας, βόρεια του χωριού, που έφεραν στο φως ευρήματα προϊστορικού συνοικισμού σε βάθος 3 – 4 μέτρων από τη σημερινή επιφάνεια, που φτάνουν ως τη Μέση Νεολιθική περίοδο ( 5η χιλιετηρίδα π.Χ. ). Τούτο σημαίνει ότι η λίμνη την εποχή εκείνη δεν έφτανε ως το χώρο του προϊστορικού συνοικισμού, που μόλις 2 – 3 μέτρα υπερέχει από την επιφάνεια της λίμνης.

Η στάθμη της επηρεάζεται ασφαλώς από την ποσότητα των ετησίων βροχών και την αποχετευτική ικανότητα που έχουν οι καταβόθρες που βρίσκονται στις νότιες όχθες της λίμνης, στις ρίζες του ασβεστολιθικού βουνού της Kαστρίτσας και στα βορειοδυτικά του λεκανοπεδίου βόρεια του Ροδοτοπίου, απ’ όπου τα πλεονάζοντα νερά της διοχετεύονται στον Καλαμά, που εκβάλλει βόρεια του κόλπου της Ηγουμενίτσας. Παλαιότερα όμως, σε χρόνια μεγάλου όμβρου, η στάθμη της λίμνης ανερχόταν αισθητά. Σε μία ενθύμηση αναφέρεται, ότι το έτος 1864 – 1865 τα νερά υψώθηκαν τόσο πολύ από τις βροχές, που πλημμύρισαν τα παραλίμνια σπίτια και το νερό έφτασε ως μία πιθαμή στη Μητρόπολη.


Η λίμνη έχει μήκος 7,5 περίπου χιλιόμετρα, πλάτος 1,5 ως 5 χιλιόμετρα, μέσο βάθος 4 – 5 μέτρα, μέγιστο βάθος 11 μέτρα ( μεταξύ βουνού και νησιού ) και επιφάνεια 22,8 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Το ύψος της επιφάνειας είναι 470 μέτρα, σε σχέση με τη θάλασσα. Το κλίμα του λεκανοπεδίου είναι ηπειρωτικό, με μέση θερμοκρασία τον Ιανουάριο 6ο C περίπου. Συχνά η ήρεμη επιφάνεια της λίμνης αναταράζεται ως το βυθό της από τη βιαιότητα του βοριά. Τα κύματα τότε φτάνουν ως τη κορφή των δένδρων και σπάζουν στους βράχους του Κάστρου. Από το βαρύ κρύο παγώνουν καμιά φορά τα νερά και σχηματίζουν επάνω στα δέντρα χείμαρρους από κρυσταλλωμένους μανδύες.

Στο » Χρονικό των Ιωαννίνων » ( αρχές 15ου αιώνα και γνωστού μέχρι προ ολίγου ως ‘ Χρονικό των μοναχών Πρόκλου και Κομνηνού ‘ ) αναφέρεται μία » ναυμαχία » στη λίμνη. Στις 26/2/1379 ένα τμήμα από 200 περίπου Αλβανούς επιδρομείς κατόρθωσε, με τη βοήθεια ενός τοπικού βαρκάρη, να αποβιβαστεί νύχτα από το Νησί ή το χωριό Πέραμα στη βορειοανατολική ακτή της λίμνης και να καταλάβει τη βορειοανατολική ακρόπολη του Κάστρου ( τον «επάνω γουλάν » , όπου η έδρα των Δεσποτών, όπου σήμερα το Δημοτικό Μουσείο ). Ένα άλλο τμήμα , πιο πολυάριθμο αυτό, από Αλβανούς και Βουλγάρους, που είχε αποβιβαστεί στο Νησί, ξεκίνησε με μονόξυλα και μία μεγάλη λέμβο, για να καταλάβει το υπόλοιπο Κάστρο. Οι αμυνόμενοι, πιο έμπειροι στη ναυτική τέχνη, έσπευσαν να εμποδίσουν την απόβαση. Τους επιτέθηκαν με δύο μεγάλες λέμβους και μονόξυλα και τους ανέτρεψαν. Τότε αυτοί που κατέλαβαν αιφνιδιαστικά το Γουλά αναγκάστηκαν να παραδοθούν.

Ένα άλλο περιστατικό, αν και ανεπιβεβαίωτο, διασώζει η προφορική παράδοση. Το 1434, τέσσερα χρόνια δηλαδή μετά την οριστική υποταγή των Ιωαννίνων στους Τούρκους, ο Ντουραχάν πασάς, Μπεϊλέρμπεης της Ρούμελης, διέσχισε χειμώνα την Πίνδο προερχόμενος από τη Θεσσαλία, για να καταστείλει μία τοπική ανταρσία στην Ήπειρο, και έφτασε στις ανατολικές όχθες της λίμνης. Ο Ντουραχάν πασάς, χωρίς να αντιληφθεί ότι βρισκόταν στη λίμνη που είχε παγώσει και είχε καλυφθεί, φαίνεται από το χιόνι, διάβηκε με όλο του το στρατό τη λίμνη και διαπεραιώθηκε στην απέναντι όχθη. Όταν πληροφορήθηκε τον κίνδυνο που διέτρεξε, απέδωσε τη σωτηρία του σε κάποιο εικονοστάσι της Παναγίας που βρισκόταν στο σημείο από όπου διαπεραιώθηκε και από ευγνωμοσύνη ίδρυσε στη θέση εκείνη την ομώνυμη μονή, την Παναγία Ντουραχάνη. Η παράδοση δεν είναι εντελώς απίθανη, αν και η διάβαση του Ζυγού το χειμώνα για τακτικό στρατό, και μάλιστα σε βαρυχειμωνιά, είναι δυσχερέστατη, αν όχι αδύνατη. Σε παλιότερες ενθυμήσεις αναφέρεται γενικό πάγωμα της λίμνης κατά τα έτη 1540, 1687, 1700, 1864, 1869 και τελευταία η λίμνη ξαναπάγωσε στα 1929 και 1959.

Με τη λίμνη συνδέεται και μια τραγική ιστορία, από τις πολλές στα χρόνια του Αλή, ο πνιγμός της όμορφης Κυρά-Φροσύνης. Αυτή η νεαρή καλλονή, ήταν ξακουστή στα Γιάννενα, όχι μόνο για τα θέλγητρά της, αλλά κυρίως για τους χαριτωμένους τρόπους της και για τη ζωντάνια του πνεύματος, που την έκαναν ψυχή της συντροφιάς. Με αυτή την τέλεια γυναίκα δημιούργησε ιδιαίτερο δεσμό ο Μουχτάρ, ο μεγαλύτερος γιος του Αλή Πασά, που προκάλεσε τη ζήλια της Γυναίκας του. Μια μέρα κάποιος χρυσοχόος πρόσφερε προς πώληση στα χαρέμια της αυλής ένα αδαμαντοκόλλητο δαχτυλίδι βαρύτιμο. Το δαχτυλίδι έφτασε στα χέρια της ζηλότυπης γυναίκας του Μουχτάρ, που αναγνώρισε το δικό της δαχτυλίδι, που το είχε δωρίσει στο Μουχτάρ, τη μέρα των γάμων της. Τα πειστήρια της συζυγικής απιστίας ήταν πρόδηλα. Η απατημένη σύζυγος κατέφυγε στον πεθερό της, ζητώντας ικανοποίηση. Και ο Αλής, που εκείνον τον καιρό χρωστούσε σ’αυτή και στην αδελφή της, γυναίκα του Βελή, του νεότερου γιου του Αλή, την επιρροή του στους Αλβανούς, της έκανε το χατίρι. Μια νύχτα η Κυρά Φροσύνη συνελήφθη μαζί με την υπηρέτριά της και με άλλες 17 γυναίκες και κλείστηκε στο ναό του Αγίου Νικολάου των Κοπάνων, στη βόρεια παρυφή της πόλης. Ο Αλής επί δύο μέρες ήταν αναποφάσιστος. Περίμενε κάποιο πρόσχημα, ένα διάβημα των προκρίτων για να ελευθερώσει την Κυρά Φροσύνη και τις 17 γυναίκες. Αλλά οι πρόκριτοι δείλιασαν και ο Αλής τελικά διέταξε τη θανάτωσή τους. Μια νύχτα του 1801 πιθανώς, οι 18 γυναίκες πνίγηκαν στη λίμνη, στην περιοχή του Αγίου Νικολάου.

Στην λίμνη δολοφονήθηκε κι ο Αλή πασάς, από τους άνδρες του Μεχμέτ Πασά. Το κεφάλι του Αλή στάλθηκε ταριχευμένο στην Πύλη, ως τεκμήριο του φόνου, και εκτέθηκε επί ένα μήνα σε κοινή θέα για παραδειγματισμό. Το σώμα του ενταφιάστηκε στον οικογενιακό τάφο του σεραγιού, στο Ιτς Καλέ, κοντά στο Φετιγιέ Τζαμί. Ο τάφος περιβαλλόταν ως το 1945 με ωραίο και ψηλό κιγκλίδωμα ( αντίγραφο του κιγκλιδώματος τοποθετήθηκε τα τελευταία χρόνια ).

Πηγή: 6ο Δημοτικό Σχολείο Ιωαννίνων

ΕΛΛΑΣ

Share

This entry was posted in ΕΛΛΑΣ and tagged , , , , , , , . Bookmark the permalink.