Μια σπάνια μαρμάρινη εικόνα του όσιου Δαβίδ και η αναζήτηση της ξεναγού Χρυσούλας Βλάχου

Το πολύτιμο εύρημα στα χαλάσματα του εβραϊκού νεκροταφείου από μια παρέα παιδιών τη δεκαετία του ΄40 μέσα από μια ανέκδοτη μαρτυρία και μια επιστολή στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού. Τι να απέγινε η αποστολέας;

Ένα από τα σημαντικότερα εκθέματα του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης, είναι μια μαρμάρινη εικόνα του όσιου Δαβίδ, ο οποίος θεωρείται ένας από τους τρεις σημαντικότερους αγίους της πόλης-μαζί με τον πολιούχο Άγιο Δημήτριο και την Αγία Θεοδώρα.

Ο όσιος Δαβίδ γεννήθηκε γύρω στο 450 μ.Χ. στη Μεσοποταμία και ασκήτευσε στη Θεσσαλονίκη, όπου μάλιστα για τρία χρόνια έζησε ως δενδρίτης πάνω σε μία αμυγδαλιά, δεξιά του ναού μιας μονής γνωστής ως «των Απροΐτων» και «των Κουκουλλιατών».

Η εικόνα, βρέθηκε τυχαία από μια παρέα παιδιών και την ιστορία εύρεσής της γράφει σε επιστολή της, την οποία έστειλε πολλά χρόνια αργότερα, στην αείμνηστη πρώτη διευθύντρια του ΜΒΠ, Ευτυχία Κουρκουτίδου-Νικολαΐδου, ένα από τα παιδιά εκείνα, η Χρυσούλα Βλάχου.

Η αρχαιολόγος, Αντιγόνη Τζιτζιμπάση, έγραψε μια ενδιαφέρουσα μελέτη «Με αφορμή μια ανέκδοτη μαρτυρία για την εύρεση της μαρμάρινης εικόνας», αλλά παρά τη μεγάλη αναζήτησή της, δεν κατάφερε να εντοπίσει τη Χρυσούλα Βλάχου ή κάποιον συγγενή της.

Σύμφωνα με την κ. Τζιτζιμπάση «η εικόνα χρονολογείται με βάση τα στυλιστικά και τεχνοτροπικά της χαρακτηριστικά στον 13ο-14ο αιώνα και αποτελεί σημαντικό έργο για τη βυζαντινή τέχνη και την ιστορία της Θεσσαλονίκης».

Η εύρεση της εικόνας

Γενάρης του 1944 στην καθημαγμένη Θεσσαλονίκη. Πόνος, πείνα, δυστυχία, απώλειες. Οι Ναζί σπέρνουν τον θάνατο και την καταστροφή.

Μια παρέα παιδιών από τον οικισμό των Χορτατζήδων -μια περιοχή περίπου στο σημερινό Καυτανζόγλειο- παίζει ανάμεσα στα χαλάσματα του εβραϊκού νεκροταφείου. Σωροί από χώματα, τούβλα, μαρμάρινες πλάκες, ανοιγμένοι τάφοι κι ανάμεσά τους φωνές παιδιών που τρέχουν, κρύβονται, κυνηγιούνται. Τίποτα δεν μπορεί να χαλάσει την παιδική τους ανεμελιά, ούτε καν το κρύο του χειμώνα, ούτε όμως και η μυρωδιά του θανάτου που σκέπει την πόλη.

Κι άξαφνα μέσα στα χαλάσματα τα παιδιά εντοπίζουν μια μεγάλη μαρμάρινη πλάκα, μια αναποδογυρισμένη ταφόπλακα. Τη γυρίζουν και βρίσκονται μπροστά σε μια εικόνα, που φέρει πάνω της τη μορφή ενός αγίου και στην άκρη γράφει «Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑ(ΤΗ)Ρ ΗΜΩΝ/ (Δ)ΑΒΗΔ Ο/ Θαυματουργός». Αντιλαμβάνονται πως είναι κάτι σημαντικό. Συνομιλούν για λίγο κι αποφασίζουν να μιλήσουν στον κατηχητή τους, τον αρχιμανδρίτη, Κωνσταντίνο Πλατή.

Μια παρένθεση για τον αρχιμανδρίτη-κατηχητή-ξεναγό

Ο Κωνσταντίνος Πλατής (1900-1975) υπηρετούσε ως αρχιμανδρίτης στη Μητρόπολη Θεσσαλονίκης τη δεκαετία του 1940 – ήδη από το 1934-, επί μητροπολίτη Γενναδίου και ήταν κατηχητής στο κατηχητικό της Μητροπόλεως, καθηγητής στη Σχολή Ξεναγών και υπεύθυνος για τα συσσίτια. O Κωνσταντίνος Πλατής έγινε στη συνέχεια Μητροπολίτης Σερβίων και Κοζάνης (1945-1957) και Πατρών (1957-1972).

Ένα μικρό κορίτσι κάπου στα 12 χρόνια, η Χρυσούλα Βλάχου, μαθήτρια δημοτικού του μίλησε με ενθουσιασμό για το αναπάντεχο εύρημα, που έχει ένα κεφάλι αγίου και ο Πλατής πήγε επί τόπου μαζί της στα χαλάσματα του εβραϊκού νεκροταφείου, όπου είδε τη μαρμάρινη πλάκα, που χρησιμοποιούνταν ως ταφόπλακα. Αμέσως φώναξε δύο εργάτες και με ένα καρότσι τη μετέφεραν, πιθανόν στη Ροτόντα, όπου αποθηκεύτηκε.

Μια επιστολή με αποστολέα τη Χρυσούλα Βλάχου

Πληροφορίες, αν και όχι πολλές λεπτομέρειες, για το ιστορικό της εύρεσής της δίνει μια επιστολή που φυλάσσεται στο αρχείο εγγράφων του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού. Η αφήγηση της Αντιγόνης Τζιτζιμπάση είναι χαρακτηριστική: «Ήταν στα πρώτα χρόνια λειτουργίας του νεοσύστατου Μουσείου (σ.σ στα μέσα της δεκαετίας του 1990), όταν η Ευτυχία Κουρκουτίδου-Νικολαΐδου, πρώτη διευθύντριά του, μου παραδίδει μια επιστολή που είχε παραλήπτη την ίδια και αποστολέα της την Χρυσούλα Βλάχου, για να μην χαθεί μέσα στα διοικητικά έγγραφα της υπηρεσίας και για να συσχετιστεί με το αναφερόμενο γλυπτό του όσιου Δαβίδ. Στην επιθυμία μου να τη δημοσιεύσω, η Ευτυχία Κουρκουτίδου-Νικολαΐδου με ενθαρρύνει, λέγοντάς μου ότι είναι διατεθειμένη να μου προσφέρει όποια βοήθεια χρειάζομαι».

Τα χρόνια πέρασαν, η επιστολή έμεινε στην άκρη, η σπουδαία αρχαιολόγος, Ευτυχία Κουρκουτίδου-Νικολαΐδου, έφυγε από τη ζωή και η κ. Τζιτζιμπάση αποφάσισε πριν από 3 χρόνια να κάνει τη δημοσίευση.

Η επιστολή είναι σύντομη, χειρόγραφη φυσικά και η περιγραφή για την εύρεση της εικόνας λιτή. Η Χρυσούλα Βλάχου δεν δίνει προσωπικά της στοιχεία -εκτιμάται ότι γεννήθηκε τη δεκαετία του 1930, καθώς αναφέρει πως όταν βρέθηκε το γλυπτό ήταν μαθήτρια δημοτικού- παραθέτει όμως διεύθυνση και τηλέφωνο κι επίσης είναι πιθανόν να εργάστηκε ως ξεναγός, τουλάχιστον σπούδασε στη Σχολή Ξεναγών με καθηγητή τον Στέλιο Πελεκανίδη. Η κ. Τζιτζιμπάση την αναζήτησε στη διάρκεια της έρευνάς της, αλλά δεν κατάφερε να εντοπίσει την ίδια ή κάποιον συγγενή της.

Στην επιστολή της η Χρυσούλα Βλάχου γράφει ότι είδε τη μαρμάρινη εικόνα, χρόνια μετά, το 1964 στην Παγκόσμια Έκθεση Βυζαντινής Τέχνης στο Ζάππειο. Η έκθεση με τίτλο «Η Βυζαντινή τέχνη, τέχνη Ευρωπαϊκή», συγκέντρωσε περίπου 700 εκθέματα, έγινε υπό την αιγίδα του Συμβουλίου της Ευρώπης και αποτέλεσε ένα γεγονός με ευρωπαϊκή και διεθνή εμβέλεια.

«Πέρα από το ιστορικό της εύρεσής της, η επιστολή δεν προσφέρει πληροφορίες που θα βοηθούσαν στην ταύτιση της αρχικής θέσης της εικόνας. Η διπλή τοξωτή διαμόρφωση της πίσω όψης, συναντάται σε εβραϊκές ταφόπλακες μετά τον 16ο αιώνα, προσδιορίζοντας αόριστα την εποχή επανάχρησης στο νεκροταφείο», αναφέρει η κ. Τζιτζιμπάση, που συνεχίζει τις έρευνες για τον εντοπισμό της Χρυσούλας Βλάχου.

Ο όσιος Δαβίδ και η μαρμάρινη εικόνα

Η μαρμάρινη εικόνα του όσιου Δαβίδ αποτελεί ένα από τα πιο ξεχωριστά εκθέματα του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού.

Στη μαρμάρινη πλάκα παριστάνεται όρθια, μετωπική, ανδρική μορφή, που φορά μοναχικό ένδυμα και βρίσκεται σε στάση δέησης με φωτοστέφανο.

«Οι ανάγλυφες εικόνες -συνήθως από μάρμαρο, όπως αυτή του όσιου Δαβίδ – είναι γνωστές ως εικαστικό είδος από την παλαιοχριστιανική εποχή, γνωρίζουν όμως διάδοση μετά την Εικονομαχία και ιδιαίτερα τον 12ο-14ο αιώνα. Οι μεγάλου μήκους εικόνες τοποθετούνται σε εικονοστάσια κοντά στο ιερό, σε εισόδους εκκλησιών, αλλά και σε δημόσιους χώρους σε πλατείες, αγιάσματα και πύλες τειχών, έχοντας χαρακτήρα κυρίως λατρευτικό και προστατευτικό», σημειώνει η κ. Τζιτζιμπάση.

Οι διαστάσεις της είναι: ύψος 1,63-1,65 μ., πλάτος 0,80-0,83 μ, πάχος 0,06-0,08 μ. και το ύψος της μορφής είναι 1,60 μέτρα.

Σύμφωνα με τη μελέτη της αρχαιολόγου, διευθύντριας του ΜΒΠ, Αγαθονίκης Τσιλιπάκου, «η εικόνα αποτελεί το μοναδικό παράδειγμα απεικόνισης Οσίου όρθιου δεόμενου με τα χέρια υψωμένα, στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή τέχνη», ενώ όπως αναφέρει, βασιζόμενη και στον Α. Ξυγγόπουλο, μιμείται τη λατρευτική εικόνα του Οσίου, παλαιοχριστιανικής περιόδου, που βρισκόταν στον ναό των Αγίων Θεοδώρου και Μερκουρίου, όπου και ο τάφος του, στον οποίο γινόταν ιάσεις.

Η κοίμηση του όσιου Δαβίδ τοποθετείται χρονικά μεταξύ των ετών 535-541 και κατά την περίοδο της λατινικής κυριαρχίας του μομφερατικού οίκου (1204-1222) το λείψανό του μεταφέρθηκε στην Ιταλία. Μετά από ενέργειες του μακαριστού Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κυρού Παντελεήμονος του Β΄ επέστρεψε στην πόλη στις 16 Σεπτεμβρίου 1978 και μεταφέρθηκε αρχικά στον Άγιο Δημήτριο , ενώ σήμερα φυλάσσεται σε αργυρή λάρνακα στο Καθολικό της Μονής της Αγίας Θεοδώρας.

Πηγή φωτογραφιών της μαρμάρινης εικόνας και της επιστολής: ©Υπουργείο Πολιτισμού-Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού

Πηγή: Μ. Ριτζαλέου, Voria Ανασκαφή

This entry was posted in ΕΛΛΑΔΑ, ΕΛΛΑΣ, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ and tagged , , , , , . Bookmark the permalink.

Σχολιάστε